Για να ζήσεις ελεύθερος και ευτυχισμένος πρέπει να θυσιάσεις την πλήξη. Και αυτή δεν είναι πάντα μια εύκολη θυσία. -Richard Bach
Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2012
Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012
Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2012
Τὶς φωτιὲς τὶς σβήνουν τὰ ποτάμια.
Τὶς πνίγουν οἱ νεροποντές.
Τὶς κυνηγοῦν οἱ βοριάδες.
Δὲν εἶμαι, δὲν εἶμαι ἡ φωτιά.
Ἔλα κοντά μου δὲν εἶμαι ἄνεμος.
Τοὺς ἄνεμους τοὺς κόβουν τὰ βουνά.
Τοὺς βουβαίνουν τὰ λιοπύρια.
Τοὺς σαρώνουν οἱ κατακλυσμοί.
Δὲν εἶμαι, δὲν εἶμαι ὁ ἄνεμος.
Τοὺς ἄνεμους τοὺς κόβουν τὰ βουνά.
Τοὺς βουβαίνουν τὰ λιοπύρια.
Τοὺς σαρώνουν οἱ κατακλυσμοί.
Δὲν εἶμαι, δὲν εἶμαι ὁ ἄνεμος.
Ἐγὼ δὲν εἶμαι παρὰ ἕνας στρατολάτης
ἕνας ἀποσταμένος περπατητὴς
ποὺ ἀκούμπησε στὴ ρίζα μιᾶς ἐλιᾶς
ν᾿ ἀκούσει τὸ τραγούδι τῶν γρύλων.
Κι ἂν θέλεις, ἔλα νὰ τ᾿ ἀκούσουμε μαζί.
ἕνας ἀποσταμένος περπατητὴς
ποὺ ἀκούμπησε στὴ ρίζα μιᾶς ἐλιᾶς
ν᾿ ἀκούσει τὸ τραγούδι τῶν γρύλων.
Κι ἂν θέλεις, ἔλα νὰ τ᾿ ἀκούσουμε μαζί.
Ἐρωτικὸ κάλεσμα, Μενέλαος Λουντέμης
Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2012
Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012
Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2012
Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012
Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2012
Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012
Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2012
Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2012
Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012
Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012
Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012
Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012
Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012
Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012
Σάββατο 25 Αυγούστου 2012
Υπάρχω για να ληστεύω την ανυπαρξία.
Από κει κουβαλάω με κόπο
Υπέροχα ποιήματα.
Είναι διάφανα, φωτεινά κι ανέκφραστα.
Αλλά στο δρόμο μου πέφτουνε, σπάνε.
Τα μπαλώνω, τα κολλάω με λέξεις.
Με λέξεις που οι άνθρωποι λένε.
Μ’ αυτά που ξέρω, που βλέπω κι ακούω.
Και τα χαλάω μ’ αυτό που υπάρχει.
Από κει κουβαλάω με κόπο
Υπέροχα ποιήματα.
Είναι διάφανα, φωτεινά κι ανέκφραστα.
Αλλά στο δρόμο μου πέφτουνε, σπάνε.
Τα μπαλώνω, τα κολλάω με λέξεις.
Με λέξεις που οι άνθρωποι λένε.
Μ’ αυτά που ξέρω, που βλέπω κι ακούω.
Και τα χαλάω μ’ αυτό που υπάρχει.
Γιάννης Πατίλης
Τετάρτη 25 Ιουλίου 2012
ΚΡΥΩΝΕ....
Βρέθηκε να φιλιέται με πάθος
μ΄ενα τεράστιο ψάρι
Με το που εμφανίστηκε μπροστά της,
έβγαλε επιθετικά
τη γλώσσα
και την έσφιξε στην αγκαλιά του.
‘Ηταν η λίμνη;
Τα όνειρα υγρασίας που έφτιαχνε;
Ο Ψάρης πάντως δεν εμφανίστηκε
Υπήρχε.
Όσο την έσφιγγε
κοκκίνιζαν τα μάτια του.
Τα λέπια του σκληρά τη ματώναν,
τα πράγματα στο δωμάτιο πέταγαν,
ο χώρος άδειαζε,
αυτη θυμάται πια μόνον κάποιες λέξεις
κυρίως ονόματα,
τώρα δα γδαρμένη αλλα χωρίς πόνο
κολυμπά,
απολαμβάνει την ανάσα
με τα βράγχια
‘’εραστή.... δεν έχω πια βάρος
πότε πέθανε η μάνα μου;
Το φανταζόμουν γκρι
μα είναι γαλανό
ως και το αίμα μου,
απλά κάνει
πολύ κρύο....
η υγρασία είναι;’’
Ποιήματα - Νίκος Κυριακίδης
Κυριακή 15 Ιουλίου 2012
Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012
Δευτέρα 2 Ιουλίου 2012
Η θεωρία του σκοπού της ζωής (Φρίντριχ Νίτσε)
Η αξιοπρέπεια της τρέλας
Αρκετές
χιλιάδες χρόνια, ακόμα στον δρόμο του περασμένου αιώνα, και τότε, σε
κάθε πράξη που θα κάνει ο άνθρωπος, θα φαίνεται η πιο υψηλή σοφία· αλλά
γι’ αυτό κιόλας, θα έχει χάσει και όλη της την αξία. Τότε θα είναι
βέβαια ανάγκη να είναι κάποιος σοφός, αλλά θα είναι τόσο συνηθισμένο
πράγμα, που κάθε άτομο με κάπως υψηλότερο γούστο θα θεωρεί χυδαιότητα
την ανάγκη αυτή. Όπως μια τυραννία της επιστήμης και της αλήθειας θα
μπορούσε να ανεβάσει την αξία του ψεύδους, έτσι ακριβώς και μια
τυραννία της σοφίας θα είχε την δύναμη να κάνει να φυτρώσει ένα
καινούριο είδος ψυχικής ευγένειας. Και τότε, το να είσαι ευγενής, θα
ήταν να έχεις μέσα στο κεφάλι σου πολλές τρέλες.
Τρίτη 19 Ιουνίου 2012
Δευτέρα 18 Ιουνίου 2012
Πέμπτη 14 Ιουνίου 2012
ΟΝΕΙΡΟ ΠΟΥ ΤΣΑΚΙΣΤΗΚΕ.
Όμορφο ήταν τ’ όνειρο που φτιάξαμε, και με ουράνιου τόσου χρώματα το ντύσαμε.
Σαν πίνακας ζωγραφικής φτιαγμένος ήταν.
Που σαν αυτόν, ποτέ ζωγράφος δεν είχε συλλάβει.
Μ’ αληθινά κι’ αγνά αισθήματα τον είχαμε φιλοτεχνήσει.
Φιλία-αγνή αγάπη-γέλιο-χαρά, μα και δημιουργία,
επάνω του ανάγλυφα αποτυπώσαμε.
Και με ήλιου φως ολόλαμπρο, φωτίσαμε αυτό, και τις ψυχές μας.
Ταξιδιάρικο ήταν τ’ όνειρο. Σε άλλους τόπους μαγικούς μας πήγε.
Εκεί που αγάπη κι’ ανθρωπιά μόνο βασιλεύει
Εκεί που η εργασία, πράγματι χαρά θα ήτανε.
Μα Δαίμονας τ’ όνειρό μας ζήλεψε, και ήρθε να το κλέψει.
Ο Δαίμονας αυτός που πάντα εσύ φοβόσουν.
Το πικρό του δηλητήριο έχυσε, και μόλυνε το ταξίδι.
Την μαύρη σκιά του στον ήλιο έριξε, και χάθηκε το φως.
Θρύψαλα τ’ όνειρο έγινε.
Σπασμένα κομμάτια από γυαλί, σκορπιστήκαν στο χώμα.
Και στο σκοτάδι γύρισα ξανά, εκεί όπου με βρήκες.
Τ’ όνειρο τούτο να θρηνώ, που εχάθει πριν αρχίσει.
Τα δάκρυα ποτάμι χύνονται, την όραση μου σβήνουν.
Κι’ ο νους μου πάλι θόλωσε, τον σκέπασε η ομίχλη.
Τι θέλω κι’ ονειρεύομαι; Αφού καλά το ξέρω.
Πάντα, τα όνειρά μου δεν κρατούν, σαν κρύσταλλα θα σπάνε.
Τίτος Ζώης.
— μαζί με Angela Papastavrou και 38 ακόμηΌμορφο ήταν τ’ όνειρο που φτιάξαμε, και με ουράνιου τόσου χρώματα το ντύσαμε.
Σαν πίνακας ζωγραφικής φτιαγμένος ήταν.
Που σαν αυτόν, ποτέ ζωγράφος δεν είχε συλλάβει.
Μ’ αληθινά κι’ αγνά αισθήματα τον είχαμε φιλοτεχνήσει.
Φιλία-αγνή αγάπη-γέλιο-χαρά, μα και δημιουργία,
επάνω του ανάγλυφα αποτυπώσαμε.
Και με ήλιου φως ολόλαμπρο, φωτίσαμε αυτό, και τις ψυχές μας.
Ταξιδιάρικο ήταν τ’ όνειρο. Σε άλλους τόπους μαγικούς μας πήγε.
Εκεί που αγάπη κι’ ανθρωπιά μόνο βασιλεύει
Εκεί που η εργασία, πράγματι χαρά θα ήτανε.
Μα Δαίμονας τ’ όνειρό μας ζήλεψε, και ήρθε να το κλέψει.
Ο Δαίμονας αυτός που πάντα εσύ φοβόσουν.
Το πικρό του δηλητήριο έχυσε, και μόλυνε το ταξίδι.
Την μαύρη σκιά του στον ήλιο έριξε, και χάθηκε το φως.
Θρύψαλα τ’ όνειρο έγινε.
Σπασμένα κομμάτια από γυαλί, σκορπιστήκαν στο χώμα.
Και στο σκοτάδι γύρισα ξανά, εκεί όπου με βρήκες.
Τ’ όνειρο τούτο να θρηνώ, που εχάθει πριν αρχίσει.
Τα δάκρυα ποτάμι χύνονται, την όραση μου σβήνουν.
Κι’ ο νους μου πάλι θόλωσε, τον σκέπασε η ομίχλη.
Τι θέλω κι’ ονειρεύομαι; Αφού καλά το ξέρω.
Πάντα, τα όνειρά μου δεν κρατούν, σαν κρύσταλλα θα σπάνε.
Τίτος Ζώης.
Αργύρης Χιόνης (1943-2011), Δύο Ποιήματα

Ελέησον σε
Ένιωθες μόνος και μας έπλασες για να ‘χεις
Συντροφιά εις τους αιώνας των αιώνων.
Έσφαλες όμως πλάθοντάς μας
Κατ’ εικόνα και ομοίωσίν σου,
Πολλαπλασίασες τη μοναξιά σου.
Τώρα είσαι μόνος μέσα σ’ ένα πλήθος μόνων.
Δεν έχει πιο μεγάλη μοναξιά.
Συντροφιά εις τους αιώνας των αιώνων.
Έσφαλες όμως πλάθοντάς μας
Κατ’ εικόνα και ομοίωσίν σου,
Πολλαπλασίασες τη μοναξιά σου.
Τώρα είσαι μόνος μέσα σ’ ένα πλήθος μόνων.
Δεν έχει πιο μεγάλη μοναξιά.
* * *
τω αγνώστω ποιητή
Πέρασε τη ζωή του,
Γράφοντας ποιήματα
Με τη γομολάστιχα.
Γράφοντας ποιήματα
Με τη γομολάστιχα.
Δευτέρα 11 Ιουνίου 2012
Κυριακή 10 Ιουνίου 2012
Παρασκευή 8 Ιουνίου 2012
Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012
Αλλιώς;
Παράλογο παρόν
σε βαδίζω
στο δρόμο των χρωμάτων
σε απαλύνω
σε πομπή στο βόρειο σέλας
εκεί που ανακατεύομαι με τις νερομπογιές
και απλώνομαι στην θάλασσα.
Σε παραδίδω ερήμην
στην ανάσα της βροχής
εκεί που σε ατέρμονα φαύλο ποιητικό
κύκλο
μοιράζεται η ηδονή
επί δικαίων και αδίκων.
"πλαστελίνη"7/6/12
Κυριακή 3 Ιουνίου 2012
Σάββατο 2 Ιουνίου 2012
Σονάτα του σεληνόφωτος-Γιάννης Ρίτσος
(απόσπασμα)
(απόσπασμα)
Ανοιξιάτικο
βράδυ. Μεγάλο δωμάτιο παλιού σπιτιού. Μια ηλικιωμένη γυναίκα ντυμένη
στα μαύρα μιλάει σ᾿ έναν νέο. Δεν έχουν ανάψει φως. Απ᾿ τα δυο παράθυρα
μπαίνει ένα αμείλικτο φεγγαρόφωτο. Ξέχασα να πω ότι η γυναίκα με τα
μαύρα έχει εκδώσει δυο-τρεις ενδιαφέρουσες ποιητικές συλλογές
θρησκευτικής πνοής. Λοιπόν, η γυναίκα με τα μαύρα μιλάει στο νέο.
Άφησέ
με νάρθω μαζί σου. Τί φεγγάρι απόψε! Είναι καλό το φεγγάρι, - δε θα
φαίνεται που άσπρισαν τα μαλλιά μου. Το φεγγάρι θα κάνει πάλι χρυσά τα
μαλλιά μου. Δε θα καταλάβεις. Άφησέ με νάρθω μαζί σου.
Όταν
έχει φεγγάρι, μεγαλώνουν οι σκιές μες στο σπίτι, αόρατα χέρια τραβούν
τις κουρτίνες, ένα δάχτυλο αχνό γράφει στη σκόνη του πιάνου λησμονημένα
λόγια - δε θέλω να τ᾿ ακούσω. Σώπα.
Άφησέ με νάρθω μαζί σου
λίγο πιο κάτου, ως τη μάντρα του τουβλάδικου, ως εκεί που στρίβει ο
δρόμος και φαίνεται η πολιτεία τσιμεντένια κι αέρινη, ασβεστωμένη με
φεγγαρόφωτο τόσο αδιάφορη κι άυλη, τόσο θετική σαν μεταφυσική που
μπορείς επιτέλους να πιστέψεις πως υπάρχεις και δὲν υπάρχεις πως ποτέ
δεν υπήρξες, δεν υπήρξε ο χρόνος κ᾿ η φθορά του. Άφησέ με νάρθω μαζί
σου...
Πέμπτη 31 Μαΐου 2012
CET AMOUR
Jacques Prévert
Cet amour
Si violent
Si fragile
Si tendre
Si désespéré
Cet amour
Beau comme le jour
Et mauvais comme le temps
Quand le temps est mauvais
Cet amour si vrai
Cet amour si beau
Si heureux
Si joyeux
Et si dérisoire
Tremblant de peur comme un enfant dans le noir
Et si sûr de lui
Comme un homme tranquille au millieu de la nuit
Cet amour qu faisait peur aux autres
Qui les faisait parler
Qui les faisait blêmir
Cet amour guetté
Parce que nous le guettions
Traqué blessé piétiné achevé nié oublié
Parce que nous l’avons traqué blessé piétiné achevé nié oublié
Cet amour tout entier
Si vivant encore
Et tout ensoleillé
C’est le tien
C’est le mien
Celui qui a été
Cette chose toujours nouvelle
Et qui n’a pas changé
Aussi vrai qu’une plante
Aussi tremblante qu’un oiseau
Aussi chaude aussi vivante que l’été
Nous pouvons tous les deux
Aller et revenir
Nous pouvons oublier
Et puis nous rendormir
Nous réveiller souffrir vieillir
Nous endormir encore
Rêver à la mort,
Nous éveiller sourire et rire
Et rajeunir
Notre amour reste là
Têtu comme une bourrique
Vivant comme le désir
Cruel comme la mémoire
Bête comme les regrets
Tendre comme le souvenir
Froid comme le marbre
Beau comme le jour
Fragile comme un enfant
Il nous regarde en souriant
Et il nous parle sans rien dire
Et moi je l’écoute en tremblant
Et je crie
Je crie pour toi
Je crie pour moi
Je te supplie
Pour toi pour moi et pour tous ceux qui s’aiment
Et qui se sont aimés
Oui je lui crie
Pour toi pour moi et pour tous les autres
Que je ne connais pas
Reste là
Lá où tu es
Lá où tu étais autrefois
Reste là
Ne bouge pas
Ne t’en va pas
Nous qui sommes aimés
Nous t’avons oublié
Toi ne nous oublie pas
Nous n’avions que toi sur la terre
Ne nous laisse pas devenir froids
Beaucoup plus loin toujours
Et n’importe où
Donne-nous signe de vie
Beaucoup plus tard au coin d’un bois
Dans la forêt de la mémoire
Surgis soudain
Tends-nous la main
Et sauve-nous
Jacques Prévert
Cet amour
Si violent
Si fragile
Si tendre
Si désespéré
Cet amour
Beau comme le jour
Et mauvais comme le temps
Quand le temps est mauvais
Cet amour si vrai
Cet amour si beau
Si heureux
Si joyeux
Et si dérisoire
Tremblant de peur comme un enfant dans le noir
Et si sûr de lui
Comme un homme tranquille au millieu de la nuit
Cet amour qu faisait peur aux autres
Qui les faisait parler
Qui les faisait blêmir
Cet amour guetté
Parce que nous le guettions
Traqué blessé piétiné achevé nié oublié
Parce que nous l’avons traqué blessé piétiné achevé nié oublié
Cet amour tout entier
Si vivant encore
Et tout ensoleillé
C’est le tien
C’est le mien
Celui qui a été
Cette chose toujours nouvelle
Et qui n’a pas changé
Aussi vrai qu’une plante
Aussi tremblante qu’un oiseau
Aussi chaude aussi vivante que l’été
Nous pouvons tous les deux
Aller et revenir
Nous pouvons oublier
Et puis nous rendormir
Nous réveiller souffrir vieillir
Nous endormir encore
Rêver à la mort,
Nous éveiller sourire et rire
Et rajeunir
Notre amour reste là
Têtu comme une bourrique
Vivant comme le désir
Cruel comme la mémoire
Bête comme les regrets
Tendre comme le souvenir
Froid comme le marbre
Beau comme le jour
Fragile comme un enfant
Il nous regarde en souriant
Et il nous parle sans rien dire
Et moi je l’écoute en tremblant
Et je crie
Je crie pour toi
Je crie pour moi
Je te supplie
Pour toi pour moi et pour tous ceux qui s’aiment
Et qui se sont aimés
Oui je lui crie
Pour toi pour moi et pour tous les autres
Que je ne connais pas
Reste là
Lá où tu es
Lá où tu étais autrefois
Reste là
Ne bouge pas
Ne t’en va pas
Nous qui sommes aimés
Nous t’avons oublié
Toi ne nous oublie pas
Nous n’avions que toi sur la terre
Ne nous laisse pas devenir froids
Beaucoup plus loin toujours
Et n’importe où
Donne-nous signe de vie
Beaucoup plus tard au coin d’un bois
Dans la forêt de la mémoire
Surgis soudain
Tends-nous la main
Et sauve-nous
Κυριακή 27 Μαΐου 2012
Vrai
Huit heures, place du Châtelet, dans ce café où les chaises ne sont
pas encore rangées, où la vaisselle opaque s’étale dans tous les coins.
Je ne saurai jamais si je dors bien. Plus la pluie est fine, plus le
monde est loin. Et il faudrait attendre, il faudrait descendre pour
retrouver le soir sec, pour retrouver cent lumières au moins aux
voitures fortes et justes, aux cloches des champs et, ni dans l’air, ni
dans l’eau, tous les gracieux sillages des bonnes santés obscures. À la
bonne heure, on n’abuse pas de la vue ici !
-Paul ÉLUARD
Recueil : "Les Nécessités de la vie et les conséquences des rêves"
Πέμπτη 24 Μαΐου 2012
Περιμένοντας τὸ βράδυ
Δὲν ξέρω πῶς, δὲν ξέρω ποῦ, δὲν ξέρω πότε, ὅμως τὰ βραδιὰ
κάποιος κλαίει πίσω ἀπὸ τὴν πόρτα
κι ἡ μουσικὴ εἶναι φίλη μας – καὶ συχνὰ μέσα στὸν ὕπνο
ἀκοῦμε τὰ βήματα παλιῶν πνιγμένων ἢ περνοῦν μὲς
στὸν καθρέφτη πρόσωπα
ποῦ τὰ εἴδαμε κάποτε σ᾿ ἕνα δρόμο ἡ ἕνα παράθυρο
καὶ ξανάρχονται ἐπίμονα
σὰν ἕνα ἄρωμα ἀπ᾿ τὴ νιότη μᾶς – τὸ μέλλον εἶναι ἄγνωστο
τὸ παρελθὸν ἕνα αἴνιγμα
ἡ στιγμὴ βιαστικὴ κι ἀνεξήγητη.
Οἱ ταξιδιῶτες χάθηκαν στὸ βάθος
ἄλλους τοὺς κράτησε γιὰ πάντα τὸ φεγγάρι
οἱ καγκελόπορτες τὸ βράδυ ἀνοίγουνε μ᾿ ἕνα λυγμὸ
οἱ ταχυδρόμοι ξέχασαν τὸ δρόμο
κι ἡ ἐξήγηση θὰ ᾿ρθεῖ κάποτε
ὅταν δὲν θὰ χρειάζεται πιὰ καμία ἐξήγηση
κάποιος κλαίει πίσω ἀπὸ τὴν πόρτα
κι ἡ μουσικὴ εἶναι φίλη μας – καὶ συχνὰ μέσα στὸν ὕπνο
ἀκοῦμε τὰ βήματα παλιῶν πνιγμένων ἢ περνοῦν μὲς
στὸν καθρέφτη πρόσωπα
ποῦ τὰ εἴδαμε κάποτε σ᾿ ἕνα δρόμο ἡ ἕνα παράθυρο
καὶ ξανάρχονται ἐπίμονα
σὰν ἕνα ἄρωμα ἀπ᾿ τὴ νιότη μᾶς – τὸ μέλλον εἶναι ἄγνωστο
τὸ παρελθὸν ἕνα αἴνιγμα
ἡ στιγμὴ βιαστικὴ κι ἀνεξήγητη.
Οἱ ταξιδιῶτες χάθηκαν στὸ βάθος
ἄλλους τοὺς κράτησε γιὰ πάντα τὸ φεγγάρι
οἱ καγκελόπορτες τὸ βράδυ ἀνοίγουνε μ᾿ ἕνα λυγμὸ
οἱ ταχυδρόμοι ξέχασαν τὸ δρόμο
κι ἡ ἐξήγηση θὰ ᾿ρθεῖ κάποτε
ὅταν δὲν θὰ χρειάζεται πιὰ καμία ἐξήγηση
Ά, πόσα ρόδα στὸ ἡλιοβασίλεμα – τί ἔρωτες Θέε μου, τί ἡδονὲς
τί ὄνειρα,
ἂς πᾶμε τώρα νὰ ἐξαγνιστοῦμε μὲς στὴ λησμονιά.
τί ὄνειρα,
ἂς πᾶμε τώρα νὰ ἐξαγνιστοῦμε μὲς στὴ λησμονιά.
Δευτέρα 21 Μαΐου 2012
Πέμπτη 17 Μαΐου 2012
Παρασκευή 11 Μαΐου 2012
Μεταμόρφωση
Άχραντο όνειρο μέσα από αχλύ
και τ'ασχημάτιστο που σχηματίζεται,
στο αχνό παιχνίδισμα της αυγής
χρωμάτων σύνθεση που ξεδιαλύνεται,
λευκά οράματα παίρνουν περίγραμμα,
γυναίκα - μάγισσα σ'εσένα έρχεται
Στην κάτω χώρα μια απεικόνιση,
μια μετουσίωση και μια ενσάρκωση
και μια ανάμνηση απ'των αοράτων
την άπιαστη χάρη, τη θεία μορφή
Ασύλληπτο άρωμα γύρω της σκορπίζει
λευκοντυμένη σαν προχωρεί
φτάνει κοντά σου θριαμβική,
ναϊάδας γνέματα, σειρήνας χάδια,
ένα φιλί - νέκταρος κέρασμα
από συμπόσιο σε Ολύμπου δώματα
Είναι τα μάτια της γαλήνια θάλασσα,
είναι το βλέμμα της ουράνιο φως,
είναι η φωνή της μια μελωδία,
είναι το Είναι της μια αρμονία,
είναι η αγκαλιά της μέθη κι ανέβασμα
σε Παραδείσου στερνό σκαλί
Άχραντο όνειρο μέσα από αχλύ
και τ'ασχημάτιστο που σχηματίζεται
κι απομακρύνεται,
με πάτημα ελαφρύ και εξωτική
γυναίκα - μάγισσα απ'το προσκήνιο αποχωρεί
Στο αχνό τρέμουλο της δύσης
μέσα απ'το σύννεφο που ξεδιαλύνεται
αιθερογέννητη, θριαμβική
ολέθρου οπτασία αυτή ξανάρχεται
Είναι τα μάτια της άγρια θάλασσα,
είναι το βλέμμα της φωτιά κόλασης,
είναι η φωνή της ύαινας ουρλιαχτό,
είναι το Είναι της άγονη έκταση,
είναι η αγκαλιά της τύλιγμα φιδιού,
είναι το χάδι της θανάτου άγγιγμα και γκρέμισμα
βαθιά σε Ταρτάρων στερνό σκαλί
Απαίσιο όνειρο μέσα από αχλύ
και τ'ασχημάτιστο που σχηματίζεται
κι απομακρύνεται,
με πάτημα ελαφρύ και εξωτική
γυναίκα - μάγισσα απ'το προσκήνιο αποχωρεί
(c) Μανώλης Μεσσήνης
Πέμπτη 10 Μαΐου 2012
Κυριακή 6 Μαΐου 2012
Κυριακή 22 Απριλίου 2012
Σάββατο 21 Απριλίου 2012
Παρασκευή 13 Απριλίου 2012
Τρίτη 3 Απριλίου 2012
Κυριακή 1 Απριλίου 2012
ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΙΠΟΤΑ
«Πώς τα πας; Είναι οι μέρες σου γρήγορες σαν αστραπή; Ζεις μέσα σε μία μέρα, χιλιάδες χρόνια; Είναι παράξενο το πόσο πραγματικό πρόβλημα είναι για τους περισσότερους ανθρώπους η βαρεμάρα. Πρέπει να κάνουν κάτι συνέχεια, να απασχολούνται με κάτι, κάποια δραστηριότητα, μ' ένα βιβλίο, στην κουζίνα, με τα παιδιά ή με το Θεό. Αλλιώς μένουν μόνοι τους με τους εαυτούς τους, πράγμα πολύ βαρετό. Όταν μένουν με τον εαυτό τους γίνονται εγωκεντρικοί, μπλέκονται, αρρωσταίνουν ή γίνονται βαρύθυμοι. Ένα μυαλό που δεν είναι απασχολημένο - όχι ένα αρνητικά άδειο μυαλό, αλλά ένα ξύπνιο παθιασμένο μυαλό, ένα ολοκληρωτικά κενό μυαλό - ένα τέτοιο μυαλό είναι πάντα φρέσκο, ικανό, με άπειρες δυνατότητες. Οι σκέψεις δεν είναι δημιουργικές, είναι πληκτικές, μάλλον κουτές. Μπορεί μια σκέψη να είναι έξυπνη, αλλά η εξυπνάδα είναι το ίδιο μ' ένα κοφτερό εργαλείο: γρήγορα φθείρεται· γι' αυτό οι έξυπνοι άνθρωποι είναι κουτοί.
Άφησε το μυαλό χωρίς καμιά απασχόληση, χωρίς να του δίνεις σκόπιμα δουλειά· αυτό άφησέ το να γίνεται αντί να το καλλιεργείς. Διάβασέ το ετούτο συνειδητά κι άστο να συμβεί. Να σου πουν ή να διαβάσεις για το μη απασχολημένο μυαλό είναι σπουδαίο, αλλά είναι και πώς το διαβάζεις και πώς τ' ακούς.
Εκείνο που έχει σημασία είναι να κάνεις το σωστό είδος ασκήσεων, να κοιμάσαι καλά κι η μέρα σου να έχει νόημα. Αλλά κανείς γλιστράει τόσο εύκολα στη ρουτίνα κι ύστερα λειτουργεί με βάση το εύκολο μοντέλο της αυταρέσκειας ή με το μοντέλο του εξαναγκασμού του εαυτού σου να κάνει το σωστό. Όλα όμως τα μοντέλα απονεκρώνουν, οδηγούν σε αργό μαρασμό. Να είσαι δημιουργικός σημαίνει να περάσεις μια πλούσια μέρα έχοντας απλώς επίγνωση χωρίς κανέναν εξαναγκασμό, χωρίς σύγκρουση, φόβο ή σύγκριση.
Βλέπεις, υπάρχουν σπάνιες στιγμές που νιώθουμε έτσι και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας είναι φτιαγμένο από διαβρωτικές αναμνήσεις, απογοητεύσεις, μάταιες προσπάθειες, κι εκείνο που είναι αληθινό να προσπερνάει. Το σύννεφο της μονοτονίας καλύπτει τα πάντα, κι εκείνο που είναι αληθινό σβήνει. Είναι πράγματι αρκετά κοπιαστικό να διαπεράσεις αυτό το σύννεφο και να βρεθείς στο απλό, καθαρό φως. Απλώς δες τα όλα τούτα κι αυτό είναι όλο. Μην προσπαθήσεις να είσαι απλή. Αυτή η προσπάθεια το μόνο που καταφέρνει είναι να γεννάει περιπλοκές και δυστυχία. Προσπάθεια σημαίνει ότι θέλεις να γίνεις κάτι και το να θέλεις να γίνεις κάτι σημαίνει πάντοτε επιθυμία — με τις απογοητεύσεις της.
Είναι πολύ σημαντικό να ελευθερώσει κανείς τον εαυτό του από κάθε συναισθηματική, ψυχολογική ταραχή, πράγμα που δεν σημαίνει ότι πρέπει να σκληρύνει απέναντι στη ζωή. Αυτού του είδους οι ταραχές χτίζουν σταδιακά ποικίλες ψυχολογικές αντιστάσεις που επηρεάζουν και το σώμα, φέρνοντας διάφορες αρρώστιες. Η ζωή είναι μια σειρά από γεγονότα (επιθυμητά και ανεπιθύμητα)· και όσο μαζεύουμε, όσο ξεδιαλέγουμε εκείνα που θα κρατήσουμε κι εκείνα που θα πετάξουμε, θα υπάρχει αναπόφευκτα η σύγκρουση (της δυαδικότητας) που αυτή η ίδια είναι η ταραχή. Και αυτή η σειρά από ταραχές σκληραίνει το νου, την καρδιά· είναι μια διαδικασία κλεισίματος στον εαυτό, οπότε υπάρχει πόνος. Χρειάζεται τεράστια επίγνωση για να επιτρέψεις στην κίνηση της ζωής να γίνει αποδεκτή χωρίς καμία επιλογή, χωρίς καμία κίνηση προς οτιδήποτε επιθυμητό ή ανεπιθύμητο. Το θέμα δεν είναι να προσπαθείς όλη την ώρα να έχεις επίγνωση, πράγμα που είναι κουραστικό, αλλά να δεις την αναγκαιότητα της αλήθειας που φέρνει η επίγνωση, οπότε θ' ανακαλύψεις ότι αυτή η ίδια η αναγκαιότητα ενεργεί χωρίς να πιέζεις τον εαυτό σου να έχει επίγνωση…
…Οι πιο μορφωμένοι άνθρωποι, εκείνοι που κατέχουν ατέλειωτες πληροφορίες και γνώση, κι εκείνοι που έχουν επιστημονική μόρφωση, έχουν νοημοσύνη; Δεν νομίζεις ότι η νοημοσύνη είναι κάτι τελείως διαφορετικό; Στην πραγματικότητα είναι ολοκληρωτική ελευθερία από το φόβο. Εκείνοι που η ηθική τους βασίζεται στο να νιώθουν ασφάλεια, κάθε είδους ασφάλεια, δεν είναι ηθικοί, γιατί η επιθυμία για ασφάλεια είναι αποτέλεσμα του φόβου. Ο φόβος και η συγκράτηση από το φόβο, πράγμα που το ονομάζουμε ηθική, στην πραγματικότητα δεν είναι ηθική. Νοημοσύνη είναι η ολοκληρωτική ελευθερία από το φόβο. Νοημοσύνη δεν είναι να είσαι καθωσπρέπει ούτε οι διάφορες αρετές που έχουν καλλιεργηθεί από φόβο. Στην κατανόηση του φόβου υπάρχει κάτι που είναι τελείως διαφορετικό από τις θεωρίες του νου…»
Κρισναμούρτι "Γράμματα σε μια νεαρή φίλη"
Παρασκευή 30 Μαρτίου 2012
Τρίτη 27 Μαρτίου 2012
«Ξεχάστε με στη θάλασσα»
«Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία αλλά δεν μπορώ να κάνω το ταξίδι σας
Είμαι επισκέπτης
Το κάθε τι που αγγίζω με πονάει πραγματικά
κι έπειτα δεν μου ανήκει
Όλο και κάποιος βρίσκεται να πει "δικό μου είναι"
Εγώ δεν έχω τίποτε δικό μου είχα πει κάποτε με υπεροψία
Τώρα καταλαβαίνω πως το τίποτε είναι τίποτε
Ότι δεν έχω καν όνομα
Και πρέπει να γυρεύω ένα κάθε τόσο
Δώστε μου ένα μέρος να κοιτάω
Ξεχάστε με στη θάλασσα
Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία».
(ανέκδοτο ποίημα του Θόδωρου Αγγελόπουλου γραμμένο το 1982 λίγο πριν από την έναρξη συγγραφής του σεναρίου της ταινία «Ταξίδι στα Κύθηρα»)
«Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία αλλά δεν μπορώ να κάνω το ταξίδι σας
Είμαι επισκέπτης
Το κάθε τι που αγγίζω με πονάει πραγματικά
κι έπειτα δεν μου ανήκει
Όλο και κάποιος βρίσκεται να πει "δικό μου είναι"
Εγώ δεν έχω τίποτε δικό μου είχα πει κάποτε με υπεροψία
Τώρα καταλαβαίνω πως το τίποτε είναι τίποτε
Ότι δεν έχω καν όνομα
Και πρέπει να γυρεύω ένα κάθε τόσο
Δώστε μου ένα μέρος να κοιτάω
Ξεχάστε με στη θάλασσα
Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία».
(ανέκδοτο ποίημα του Θόδωρου Αγγελόπουλου γραμμένο το 1982 λίγο πριν από την έναρξη συγγραφής του σεναρίου της ταινία «Ταξίδι στα Κύθηρα»)
Τετάρτη 7 Μαρτίου 2012
Κυριακή 4 Μαρτίου 2012
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
.......... λέω εκείνο που έπρεπε να ήταν η αλήθεια και αν αυτό είναι αμαρτία, δέχομαι να τιμωρηθώ..."